συγκαλέσῃ

συγκαλέσῃ
συγκαλέω
call to council
aor subj mid 2nd sg
συγκαλέω
call to council
aor subj act 3rd sg
συγκαλέω
call to council
fut ind mid 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • συγκάλεση — η, Ν σύγκληση. [ΕΤΥΜΟΛ. < συγκαλώ. Η λ., στον λόγιο τ. συγκάλεσις, μαρτυρείται από το 1824 στην εφημερίδα Ελληνικά Χρονικά] …   Dictionary of Greek

  • Φιρμιλιανός — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας, επίσκοπος της πατρίδας του Καισαρείας της Καππαδοκίας (230 268). Ήταν φίλος και θαυμαστής του Ωριγένη. Κατά τον Μέγα Βασίλειο, έγραψε διάφορες πραγματείες, που χάθηκαν όλες. Σώζεται μόνο μια επιστολή του προς… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”